-
1 κεστός
κεστός (κεντέω, κένσαι), durchstochen, gestickt; κεστὸς ἱμάς, der gestickte Brustgürtel der Aphrodite, der allen weiblichen Liebreiz verlieh, Il. 14, 214; bei Sp. ὁ κεστός, substantivisch, der Gürtel, bes. der Gürtel der Aphrodite, mit Bezug auf die homerische Stelle, Antiphan. 1 (VI, 88); Plut. de aud. poet. 4 p. 73 τὴν περὶ τὸν κεστὸν γοητείαν; vgl. Luc. D. D. 20, 10; a. Sp.; Zaubergürtel, κεστοῦ φωνεῦσα μαγώτερα Philodem. 10 (V, 121); – οἱ λεγόμενοι κεστοί, ein Geschichtsbuch, Phot. bibl. cod. 34.
-
2 κεστός
κεστός, durchstochen, gestickt; κεστὸς ἱμάς, der gestickte Brustgürtel der Aphrodite, der allen weiblichen Liebreiz verlieh; ὁ κεστός, substantivisch, der Gürtel, bes. der Gürtel der Aphrodite, mit Bezug auf die homerische Stelle; Zaubergürtel; οἱ λεγόμενοι κεστοί, ein Geschichtsbuch -
3 πολύ-κεστος
πολύ-κεστος, viel od. reich gestickt, ἱμάς, ein viel durchnähter, gesteppter Riemen, Il. 3, 371, πολύῤῥαφος u. ποικίλος erkl.
-
4 πολύκεστος
πολύ-κεστος, viel od. reich gestickt; ἱμάς, ein viel durchnähter, gesteppter Riemen
См. также в других словарях:
κεστός — Αρχαία ελληνική λέξη, που αρχικά σήμαινε κεντητός. Κ. ιμάς ονομαζόταν ένα είδος ζώνης που φορούσαν οι γυναίκες ακριβώς κάτω από το στήθος ή γύρω από αυτό, όπως αργότερα τον στηθόδεσμο. Με τον καιρό, το ουσιαστικό παραλείφθηκε και έμεινε το… … Dictionary of Greek
ιμάντας — Όργανο σε σχήμα ατέρμονης ταινίας, το οποίο χρησιμοποιείται για να μεταδίδει την περιστροφική κίνηση από έναν άξονα σε έναν άλλο. Για τον σκοπό αυτό, o ι. αναπτύσσει τριβή πάνω σε τροχαλίες που συνδέονται σταθερά με τους άξονες. Η κινητήρια… … Dictionary of Greek